Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2012

Και τα δυο, με σοκοφρέτα (μέρος δεύτερο)

Καλή χρονιά μόρτες και μόρτισσες. Πάρτε με μανία και το δεύτερο από τα τέσσερα μέρη του διηγήματός "Και τα δυο, με σοκοφρέτα". Θέλω αγωνία και λαχτάρα...



Η Άσπα λέγοντας αυτή την απλή φράση, την γεμάτη σοκολάτα και φουντούκι, έκανε τους σιελογόνους αδένες μου να δουλέψουν υπερωρίες. Παράλληλα γέμισα απορίες...

- Και πώς ξεκίνησε αυτό; Πού τη βρήκες; Πού σε βρήκε;
- Η Ζωή ήταν γειτόνισσα μου καιρό όταν έμενα σε ένα μικρό ημιυπόγειο στην Νέα Ιωνία. Φοιτήτρια στο Χημικό εγώ ακόμα, τα έβγαζα και τότε δύσκολα πέρα, τα ίδια και η Ζωή. Δεν ήταν φοιτήτρια δηλαδή αλλά δυσκολευόταν κι αυτή, έκανε πολλές και σύντομες δουλειές και δεν έβλεπε φως. Έτσι, όταν αρχίσαμε να κάνουμε παρέα, είχαμε πράγματα που μας ένωναν. Συνεχώς βρίσκαμε κοινά σημεία.  Κι αυτή πέρασε τη goth φάση της πιο μικρή, κι αυτή αντέγραψε στις πανελλήνιες, κι αυτή τα είχε σπάσει με την οικογένειά της, κι αυτή είχε δυσκολίες. Και άλλο ένα κοινό. Δεν την είχα δει ποτέ να κυκλοφορεί με άντρα. Λίγους φίλους ναι. Αλλά όχι γκόμενο. Όπως κι αυτή δεν είχε δει ποτέ εμένα.
- Η σοκοφρέτα που ήρθε όμως; Τί καινούργιο έφερε;
- Βιάζεσαι Μήτσε, θα μάθεις. Ήταν ένα βαρετό απογευματάκι που καθόμασταν στο σπίτι της και παίζαμε μπιρίμπα. Σαν κάτι θείτσες στην εμμηνόπαυση. Κάποια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο και η Ζωή πετάχτηκε σαν ελατήριο. Ήταν κάποιος τύπος λέει που της είχε φέρει ένα δώρο και έπρεπε να πεταχτεί δυο τετράγωνα πιο κάτω να το παραλάβει. Απόρησα με τη μυστικότητα αλλά δεν είπα τίποτα. Μου είπε απλά να την περιμένω εκεί και τα μάτια της πέταγαν σπίθες. Και είχε κι ένα χαμόγελο περίεργο. Της είπα κι εγώ ok κι έφυγε βιαστικά. Γύρισα λοιπόν την μπιρίμπα σε πασιέντζα. Έριξα πέντε φορές μέχρι να γυρίσει, μου βγήκε μόνο η μία, ήπια και μια μπύρα από το σχεδόν άδειο ψυγείο της και η Ζωή επέστρεψε εντυπωσιακά! Γελώντας και κρατώντας δυο σοκοφρέτες!
- Καλά σοβαρολογείς τώρα; Τί σκατά δώρο είναι μια σοκοφρέτα; Κανένα παιδάκι τις της έδωσε; Μου φαίνεται παράλογο...
- Στο είπα ότι έτσι θα φανεί. Εγώ έμεινα κόκκαλο κοιτώντας την και πιστεύοντας ότι είχε βαρέσει μπιέλα. "Η μία είναι για σένα", μου είπε. "Παρακάλεσα να μου δώσουν και δεύτερη." Εκεί σιγουρεύτηκα. Είχε αποτρελαθεί. Αλλά δεν ήξερα τί θα επακολουθήσει.
- Εγώ στη θέση σου θα είχα πάρει ψυχίατρο στο καπάκι. Για λέγε όμως. Πού κατέληξε αυτό;
- Όπως καταλαβαίνεις είχα σαστίσει αλλά με είχε πιάσει νευρικό γέλιο που περίμενα μία ολόκληρη ώρα για μια σοκοφρέτα. Όταν μου την έδωσε ήταν τόσο χαρούμενη που της έκανα την χάρη και την έφαγα με λαχτάρα, όπως ακριβώς έφαγε κι αυτή τη δική της, φτύνοντας που και που μικρά κομματάκια από το γέλιο που ρίχναμε. Και αυτό ήταν.
- Τί ήταν δηλαδή αυτό; Τις φάγατε και τέλος; Που είναι το περίεργο;
- Αυτό ήταν η αρχή εννοώ...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου