Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

Ο πρώτος!

Περνάει ο καιρός και όλα κυλούν τόσο απερίσπαστα.
Με τις σκιές και τις ηλιακτίδες τους, με τα πάνω και τα κάτω.
Με όλα τα ελαφρά σημάδια τους στην ύπαρξή σου.
Τυφλός εσύ, ακολουθείς.
Αλλά έρχεται η στιγμή, αυτή που απλά το βλέπεις: Ναι, είσαι στη σειρά ο πρώτος!
Αυτός που δε φαίνεται. Ο αόρατος.
Αυτός που από μέσα του διακρίνεις μόνο αχνά ότι θα ακολουθήσει.
Είσαι η πέτρα που θα κυλήσει αργά και αθόρυβα στην πλαγιά και θα κάτσει στον πάτο του ποταμού.
Βαθιά κι απόμερα.
Ο μικρός σεισμός που θα επαναφέρει την τεκτονική ηρεμία.
Που θα τρίξει το κρεβάτι τους και θα αλλάξουνε πλευρό.
Αυτό που λίγοι θα το δουν, λίγοι θα το φοβηθούν.
Κάποιοι θα το θαυμάσουν, πολλοί θα το ξεχάσουν.
Μα όλοι θα θυμούνται το πριν, θα προσπεράσουν το τώρα, θα περιμένουν το μετά.
Κι ενώ αυτό θα'ρχεται, εσύ θα είσαι μέσα σ'εκείνο το βυθό, μακριά στο διάστημα πάνω στο σεισμικό κύμα, μικρή ανάμνηση στο βάθος κάποιων κεφαλιών. Ίσως και κανά δυο καρδιών. Ίσως...
Θα ποθείς απερίσπαστα πάλι να υπάρχεις.
Διάφανος.
Με άγνοια κι αθωότητα ότι από εκεί δε σε κουνάει κανείς.
Δεν πονηρεύεσαι. Δεν το θες. Δεν είσαι Σωστός.
Κάνεις πάντα το Λάθος.
Θα είσαι πάντα στη σειρά ο πρώτος!

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2013

Μικρή μαύρη μαγεία

Τριανταέξι ώρες άγρυπνος και δεν βρίσκω τι φταίει.
Ένα λογάκι, ένα νεύμα, μια ατάκα παραπάνω;
Ένας λάθος χειρισμός.
Ναι, δεν το ελέγχω. Δεν θέλω.
Κάτι που είπα, κάτι που έκανα;
Κάτι που ήθελα να κάνω και δεν έκανα.

Πάντα κάπου θα μπω και θα υπάρχεις. Μέσα στο χώρο.
Κι αν δεν είσαι εκεί θα'ναι κάτι από σένα.
Ένα πικρό χαμόγελο που σε θύμισε, μερικά βήματα πέρα δώθε στους διαδρόμους.
Μια απορία σου για το τί μπορεί να είμαι.
Δυο μάτια που με κόβουν απ΄τη γωνία σα νυστέρι.
Που με αποκρούουν κατά βούληση.

Ξέχνα το. Όχι εσύ. Εγώ.
Έτσι λέω και μετά σε βλέπω. Κανονικά μπροστά μου.
Κι ότι "έβλεπα" πριν;
Ξεθωριάζει. Αποσυντίθεται. Τείνει γοργά προς το μηδέν.
Ο χώρος μικραίνει και κάνω ότι μπορώ για να τον διαστείλω.
Δε γίνεται όμως. Μέσα εκεί είσαι μόνο εσύ, ούτε καν ο αέρας.
Κι εγώ, να ψάχνω χαραμάδες.

Τίποτα δεν είναι ζωντανό πια.
Ανόργανη ύλη κι εσύ την τριγυρίζεις. Με την πότε γλυκιά και πότε γλυκερή σου οσμή.
Σα μια μικρή μαύρη μαγεία...



*Φωτογραφία: Black Smoke Effect by Suicidal Aiko


Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2013

Λίπασμα

Νόμιζα πως είχα ένα πρόσωπο, δυο χέρια,
δυο μάτια άγρυπνα για σένα, ένα ρεύμα δυνατό.
Κι αυτό μου έφτανε.
Αλλά σαν να μη σκέφτηκα πως όταν δεν κοιμάμαι,
και με τη σκέψη σου μαζί αποσυντίθεμαι,
τότε η ζωή συμβαίνει κάπου μακριά μου.

Πλάνη η ζωή, όμως θα σου θυμίζει άνθρωπε, μικρέ,
πως δε θα είναι εδώ όταν την ποθήσεις.
Θα είναι εδώ όταν το θελήσει, κι εσύ πρέπει να βιαστείς και να την πιάσεις.
Να απλώσεις το χέρι, να χιμήξεις, να σαλτάρεις στην απέναντι πλευρά.
Κι ίσως να πονέσεις, να πεισμώσεις, να κλάψεις,
να αφήσεις κάτω σάλιο, αίμα, ψυχή, τον εαυτό σου.
Μελανιασμένο και αδρανή, στεγνό και ανίδεο.
Θολό γιατι δεν τον γνωρίζεις πια. 
Κάτι μπορεί να σου θυμίζει. Κάποιον που ήξερες.

Κι ένα ένα τα κομμάτια, θα σηκωθείς και θα τον χτίσεις.
Όταν ολα θα ταιριάζουν θα υψώνεσαι, θ'ανθίζεις.
Πάνω στο κόκκινο χώμα που λίπανε το είναι σου.

Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

Έρημος


Είναι κακό να θέλεις μια φορά να κλάψεις;
Που ο κόσμος πέρασε μπροστά απ'τα μάτια σου.
Που η αλήθεια πέρασε κοντά σου και σε πλάνεψε.
Ονειρεύτηκες τον ήλιο μα σε πρόλαβε η σκιά.



Τα μάτια σου τα σκούπισες, τα μάτια της ποτέ.
Ποτέ δε θα μπορέσεις να στραγγίξεις την υγρή σου επιθυμία.
Αυτή που έκανε σωστά ρυάκια κι έφτιαξε κύκλους.
Κύκλους ομόκεντρους, γύρω απ'τα χέρια της.
Λαγούμια ολόκληρα, βαθιά. Κοντά στα χείλη της.
Σκάλες και γέφυρες που ενώναν τις ψυχές.

Μα ήταν το χώμα αμμουδερό κι όσα έχτιζες βυθίζονταν.
Βυθίστηκε το βλέμμα σου, βυθίστηκε η ζωή σου.
Τα χέρια σου τα έχασες, μαζί με το κορμί σου.
Γυμνό, γερμένο, άθλιο, τριακόσια χρόνια τώρα.
Να περιμένει για να νιώσει αγνό από μια μπόρα.

Κι ούτε μια σταγόνα, μια στάλα να κυλάει στο μέτωπο.
Ο ήλιος ήρθε, γύρισε. Κι έκαιγε.
Έρημος.